Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008

Αιδοίου μονόλογος...


Αιδοίο! Εντάξει? Το είπα!

Αιδοίο! Το είπα ξανά! Και τι έγινε? Είναι κάτι δικό ΜΟΥ! Το λέω όπως θέλω! Γιατί απλά είναι δικό ΜΟΥ!...

Ξέρω πού είναι! Σε κάθε γυναίκα! Μου είναι γνώριμο! Γιατί είναι δικό ΜΟΥ!

Όσο γι' αυτό λοιπόν... Εκτώς από πουριτανοί είναι και σαδιστές.. Μετά το ταμπόν, αυτό το συμπικνωμένο βαμβάκι... Βγάλανε τα αρωματικά κόλπου και αιδοίου...

Είστε σοβαροί? Δεν θέλω να μυρίζει το μουνί μου ούτε τριαντάφυλλο. ούτε βατόμουρο με μέλι! Δεν είναι παγωτό... Δεν είναι καν αρωματικό χώρου! Είναι μουνί! Και μάλιστα το δικό ΜΟΥ! Το μουνί ΜΟΥ!

Και θέλω να μυρίζει μουνί! Αυτό που είναι δλδ.!

Σε λίγο θα το χάσω και δεν θα ξέρω πού είναι! "Στον κάδο απορρυμάτων? Στο αυτοκίνητο? Στα κεραμύδια? Πού?" Θα βγαίνω και θα ρωτάω ευγενικά... "Συγνώμη κυρία... Μήπως είδατε πού είναι το αιδοίο μου? Μήπως το βρήκατε πουθενά?"

Εσύ! Μήπως το βρήκες? Μήπως ξέρεις που βρίσκετε το αιδοίο μου?


(Με έναυσμα κάποια κείμενα που έπεσαν στα χέρια μου...)

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

δεν κάνουμε τέχνη εδώ.


Πεντε και 48

πέντε και 47

πέντε και 37 ....

τρεις και 29...

7 και 29...

δεν μπορεί να αυξάνονται!Μειώνονται!Μόνο μειώνονται...

Σου γράφω τώρα γιατί ξέρω πως δε θα το διαβάσεις παρά μόνο την Κυριακή που θα 'χεις επιστρέψει.
δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο ανόητη νοιώθω που το κάνω...αλλά πάντα ,από πάντα και για πάντα καταφύγιο θα ναι αυτές οι ανόητες γραμμές που "σχεδιάζω" όταν δεν αντέχω εμένα τον κόσμο ή και σένα ακόμα.

Νοιώθω μα δε θα σου πω τι.
Για μένα είναι το πιο βασικό!Νοιώθω.Και μάλιστα χάρις σε σένα.

δε θα αλλάξω μουσική...είμαι αρκετά χαρούμενη για ένα βαλς.

Υ.Γ.Έχω άγχος..

Τρίτη 18 Μαρτίου 2008


Μικρό μου,καλώς ήρθες στον κόσμο.Συγχώρεσε με αν δε σου γράφω λέξεις δικιές μου για το καλωσόρισμα αυτό ωστόσο δεν είμαι σε θέση σήμερα.Ίσως αργότερα....προς το παρόν λίγοι στίχοι λατρεμένοι από μένα θα χρησιμεύσουν ως ευχή για σένα .Να αγαπάς μικρό μου,όχι ηλικίες μορφές ή προσόψεις.Μονάχα ψυχές κι όνειρα μικρό μου ,ψυχές σαν τη δική σου τώρα.Αγνές και λευκές.








Tώρα με ψάθα γυριστή και με σαντάλια κόκκινα,
μ' ένα σουγιά στο χέρι
πάει το ναυτάκι του περιβολιού
κόβει τα κίτρινα σκοινιά,
λασκάρει τ' άσπρα σύννεφα
η αυγή σφυρίζει στην κοχύλα της.
Μπαρούτι σκάει στα όνειρα,
Λαμπρή στα φύκια τ' ουρανού!
άγγελοι! Σία τα κουπιά,
ν' αράξει εδώ η Eυαγγελίστρια!








(Ο.Ελύτης Το ναυτάκι του περιβολιού)

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008

Ηλιόλουστη




Άνοιξε τα μάτια της...και κοίταξε γύρω...
Για να δούμε΄.Ήταν 23,εκείνο το πρωινό όμως έμοιαζε κακοσυντηρημένη 30άρα.
Προσπάθησε να ανοίξει τα μάτια της.πονούσε ανάμεσα στα πόδια.Σκέφτηκε το προηγούμενο βράδυ της.Σκέφτηκε εκείνον.
Γύρισε αλλά δεν ήταν κανείς δίπλα της.Είχε φύγει νωρίς το πρωί.Άλλαξε πλευρό και προσπάθησε να συνεχίσει τον ύπνο της.
άλλος ένας βιασμός σκέφτηκε.
Έτσι αισθανόταν κάθε φορά.Πλάγιαζε με κάποιον μα μόνο εκείνος σηκωνόταν απο το κρεββάτι.Εκείνη πάντα σερνόταν μετά απο ώρες ,όταν έβρισκε δυνάμεις.
Πάλι στα ίδια.ήταν 23 και είχε χρόνια να ερωτευτεί.
Αγαπούσε τον ήλιο και το φεγγάρι.
Αγαπούσε τα χρυσόψαρα και τις πορτοκαλί κουρτίνες.
Είχε και κόκκινα παπούτσια.
"Ηλίθια"Σκέφτηκε.
Μια ζωή...μια ζωή κατάφερνε να πηδιέται και μετά να μετανοιώνει που δεν κατάφερε να τους κρατήσει σε απόσταση.
Μια ζωή ερωτευόταν μεγαλύτερούς της και μασούσε τα καπάκια απο τα στυλό της.
Μια ζωή αγαπούσε τη ζωή...αλλά ποτέ δε τα κατάφερνε μαζί της.
Σηκώθηκε μετά απο κανα μισάωρο και κοίταξε έξω απο το παράθυρο.Η απέναντι οικοδομή...τα πλυμένα απλωμένα.
Έκανε καφέ με το πάσο της και ντύθηκε.
έκανε κρύο ξαφνικά.
Τρόμαζε η μικρή ηλιόλουστη τους ανθρώπους γύρω της.Με έναν πολύ περίεργο τρόπο.όσοι τη γνώριζαν καλά την αγαπούσαν.όσοι την αγαπούσαν τη φοβόντουσαν.Μπορούσαν να τη σπάσουν με ένα βλέμα.Μία λέξη..Φοβόντουσαν τις κινήσεις τους,και τρέμαν μπροστά στην υποτακτικότητα της.
άνθρωπος χαλάκι η μικρή...μονάχα για όσους αγαπούσε .
Ήπιε τον καφέ με την ησυχία της και κάθησε στο κρεββάτι.


... Άναψε ένα τσιγάρο...
Ο καπνός παιχνίδισε νοχελικά με την χρυσή ηλιαχτίδα που περνούσε απ' την σχισμή της πορτοκαλί κουρτίνας...
"Μαγική στιγμή, ε?" Σκέφτηκε! Πόσο της άρεσε να παραμυθιάζεται με κάτι τέτοια!
Κοίταξε στο κομοδίνο! Πριν μια βδομάδα υπήρχε εκεί μια γυάλα... Πώς μπόρεσε και έδωσε το ψάρι? Πώς μπόρεσε και έδωσε εκείνο το όμορφο χρυσόψαρο που έτρωγε μόνο ψίχουλα από κουλούρι?
Τώρα "ξάπλωναν" στη θέση του 5-6 πορτοκάλια. Μικρά, μεγάλα, άγουρα, ώριμα, άλλα με κοτσάνι κι άλλα όχι... Από τότε που θυμάτε τον εαυτό της αγαπούσε αυτό το φρούτο... "Σχέση ερωτική", όπως έλεγε και η μαμά της!
Στις λιγοστές εξόδους της συγκαταλέγονταν και οι βόλτες στο μανάβικο της γειτονιάς... Εκεί καθόταν με τις ώρες και διάλεγε ένα ένα τα πορτοκάλια. Διαφορετικά όλα σε μέγεθος, μορφή και αποχρώσεις! Γύριζε σπίτι με μια γεμάτη χαρτοσακούλα και έτρεχε στο καβαλέτο της...
Μόνο εκεί έβρησκε γαλήνη η μικρή ηλιόλουστη... Μόνο όταν ζωγράφιζε πορτοκάλια!...
Έσβησε το τσιγάρο στο τασάκι, πήρε ένα πορτοκάλι και το καθάρισε...



Με προσοχή το κοψε σε εννιά κομμάτια και τα έφαγε όλα ένα ένα με τη σειρά.Μικρή απόλαυση το καθένα τους.
Σκέφτηκε πως ήταν Κυριακή.ημέρα βόλτας.θέλησε να κουκουλωθει με το παλτό της και να βγει έξω....να τρεξει για λιγο και μετα να σταματήσει.Να κοιτάξει γύρω και να παρατηρήσει τον μικροκοσμο της γειτονιάς της.να αφήσει κάθε ανεπαίσθητο ήχο να την παρασύρει.
Ξανακοίταξε το ξέστρωτο κρεββάτι.Αμέσως μετάνιωσε .Δε θέλησε να βγει.έχασε κάθε όρεξη για ζωή.άραγε θα της τηλεφωνούσε εκείνος ή θα χανόταν απλά;θα την έπαιρνε μάλλον μετά απο λίγες ώρες...κι ύστερα θα χανόταν.
Ξανα κοίταξε το δωμάτιο.Ακούμπησε στον κοντινότερο τοίχο και σύρθηκε στο πάτωμα.Επικρατούσε ο μικρός χαμός εκεί μέσα.Βιβλία και ρούχα...και δίσκοι...κι άλλα βιβλία...
Σκέφτηκε να μαζέψει.
προτίμησε να καθήσει ακίνητη...ίσως και να κλάψει.Σίγουρα όμως...όχι να μαζέψει.
"Η μαμά θα θύμωνε..."
σαν να την ακουγε...τη γκρινια και τα παραπονά της.
Έσκασε ένα χαμόγελο...μικρό αλλά πραγματικό.
δε θα εβγαινε έξω σήμερα.


...Σηκώθηκε και έκλεισε τα στόρια... Τώρα πια το δωμάτιο ήταν σκοτεινό... Ξανακάθησε στο κρεβάτι!
"Παράξενο" σκέφτηκε! Από πιαδί φοβόταν το σκοτάδι. Σήμερα όμως το είχε ανάγκη... Πήρε ένα σπίτο... Χάηδεψε με αυτό τη ράχη του σπιρτόκουτου και...
...τσαφ... Μια μικρή φλογίτσα χόρευε δειλά μπροστά της....
Θυμήθηκε εκείνον! Την μορφή του... τα χέρια του... τη φωνή του... τα φανερά του ψέματα... Ήθελε να τον ξεχάσει για πάντα...
Έκανε μια απότομη κίνηση! Το σπίρτο έσβησε... Η φλόγα χάθηκε! Και το δωμάτιο βυθίστηκε πάλι στο σκοτάδι...






Ξέρεις ο πόνος δε γιατρεύεται πάντα ως πόνος.
Ξεγελά τον εαυτό του ,τον ίδιο και τους άλλους και λέει ξανα και ξανά πως όπου να ναι αλλάζει η βάρδια και ακολουθεί κατι τελείως διαφορετικό απο εκείνον και ότι ακολουθεί εκείνον.
Μικρές σοφιστίες σκεφτόταν η μικρή καθισμένη στο σκοτάδι και πεπεισμένη πως μόνο για κείνη είχε φτιαχτεί.Παχύ και ατόφιο.Να καλύπτει και να γεμίζει πληγές και κενά.

Πονούσε συχνά .Πονούσε όταν δεν ηταν ερωτευμένη γιατί ακριβώς αυτό επιθυμούσε.Πονούσε όταν ήταν ερωτευμένη γιατί σ'αυτο την είχαν μάθει.Πονούσε όταν δεν ήξερε αν ήταν ή όχι ερωτευμένη γιατί είχε αρχές απο το σπίτι και της λέγαν πάντα να ξέρει τι θέλει τι είναι και που πάει.

Πόνος .
Ακόμα και η λέξη είχε κάτι απο κείνη.Της θύμιζε όνομα παλιού έρωτα και μεγάλου πάθους αλλά παρέλειπε να το αναφέρει αυτό στις αφηγήσεις της.



Άνοιξε το ράδιο.
Χαμογέλασε...ένα παλιό βαλς...κάτι της θύμιζε από τη μαμά της,όχι όχι!
Τη γιαγιά της.Ηλιόλουστη και η γιαγιά αλλά με έναν περίεργο τρόπο.
Λες και έλαμπαν από μέσα της όλα όσα ήθελε μα δεν είχε ζήσει.Έλαμπε η γιαγιά (δε φωσφόριζε!)...και χόρευε που και που.Όταν είχε δοκιμάσει λίγο από το λικέρ που έφτιαχνε κάθε Σεπτέμβρη.(Ρόδι...)

Και αγκάλιαζε την μικρή της και χόρευαν μαζί ....
και έλαμπαν...παρέα σαν αστέρια.



(συνεχίζεται)




Roxanred
Pashalitsa

Σάββατο 8 Μαρτίου 2008


Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

6/3 β.


Δεν καταλαβαίνω και πολλά πλέον.

Απειροελάχιστα για την ακρίβεια.

Έως και τίποτα.

Δεν είναι κι άσχημα.

Δε θα γκρινιάζω πια.